Αικατερίνη Κυπρούλη M.D. Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος

Οι αμυγδαλές είναι μάζα λεμφικού ιστού που βρίσκεται στη στοματική κοιλότητα.

Έχουν βοηθητικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού, μέσω των ειδικών κυττάρων που δρούν ενάντια σε ιούς και βακτήρια. Ο ρόλος τους είναι ιδιάιτερα σημαντικός στην παιδική ηλικία, λόγω ανωριμότητας του αμυντικού τους συστήματος. Καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα ενός παιδιού αναπτύσσεται και γίνεται ισχυρότερο, οι αμυγδαλές γίνονται λιγότερο σημαντικές και συνήθως συρρικνώνονται. Στους περισσότερους ανθρώπους, το σώμα είναι σε θέση να καταπολεμήσει τη μόλυνση χωρίς τις αμυγδαλές.

Η αμυγδαλίτιδα είναι φλεγμονή των αμυγδαλών. Συνήθως προκαλείται από ιογενή λοίμωξη ή, λιγότερο συχνά, από βακτηριακή λοίμωξη.

Η αμυγδαλίτιδα είναι μια κοινή πάθηση σε παιδιά, εφήβους και νεαρούς ενήλικες.

Τα συμπτώματα της αμυγδαλίτιδας περιλαμβάνουν:

Πόνος κατά την κατάποση

Υψηλή θερμοκρασία (πυρετός) πάνω από 38C

Πονοκέφαλος

Διόγκωση τραχηλικών λεμφαδένων

Δυσκολία στην ομιλία

Τι προκαλεί την αμυγδαλίτιδα;

Η αμυγδαλίτιδα μπορεί να αποδίδεται σε μία λοίμωξη από ιούς (όπως ο CMV, o απλός έρπητας ή ο Epstein-Barr) ή βακτήρια (όπως αυτά που προκαλούν τις στρεπτοκοκκικές λοιμώξεις). Η αμυγδαλίτιδα εμφανίζεται συχνότερα στα παιδιά και χωρίζεται σε τρεις τύπους ανάλογα με τη συχνότητα των υποτροπών και τη διάρκεια των επεισοδίων:

1. Οξεία αμυγδαλίτιδα, στην οποία τα συμπτώματα διαρκούν από 3 ημέρες μέχρι 2 εβδομάδες.

2. Υποτροπιάζουσα αμυγδαλίτιδα, η οποία χαρακτηρίζεται από αρκετά επεισόδια αμυγδαλίτιδας σε ένα έτος. Αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει γενετική προδιάθεση για την υποτροπιάζουσα αμυγδαλίτιδα. Ορισμένες έρευνες υποστηρίζουν επίσης ότι η υποτροπιάζουσα αμυγδαλίτιδα είναι πιο συχνή στα παιδιά.

3. Χρόνια αμυγδαλίτιδα, όταν τα συμπτώματα διαρκούν για περισσότερο από 2 εβδομάδες.

Μία άλλη νόσος που λέγεται περιαμυγδαλικό απόστημα, μπορεί να εμφανιστεί όταν η λοίμωξη από τις αμυγδαλές επεκταθεί στους ιστούς που βρίσκονται πίσω από αυτές. Αν και ορισμένες πηγές θεωρούν τη νόσο αυτή ως ξεχωριστό τύπο αμυγδαλίτιδας, στην πραγματικότητα αποτελεί επιπλοκή της νόσου. Το περιαμυγδαλικό απόστημα εμφανίζεται συχνότερα στους εφήβους και τους ενήλικες παρά στα παιδιά.

Θεραπεία της αμυγδαλίτιδας

Εάν η αμυγδαλίτιδα είναι βακτηριακή, απαιτείται χοργήγηση αντιβιοτικών για περίπου 10 ημέρες. Πιθανόν να χρειαστεί ο ασθενής να λάβει αντιπυρετικά φάρμακα και παυσίπονα και να πρέπει να κάνει γαργάρες με αντισηπτικό. Τα συμπτώματα υποχωρούν συνήθως μετά το πρώτο 24ωρο. Η αγωγή όμως θα πρέπει να συνεχιστεί, παρά την υποχώρησή τους, για όσο χρονικό διάστημα έχει συστήσει ο γιατρός.

Επιπλοκές της αμυγδαλίτιδας

Οι επιπλοκές της αμυγδαλίτιδας είναι σπάνιες και συνήθως εμφανίζονται μόνο εάν προκαλείται από βακτηριακή λοίμωξη. Συνήθως είναι το αποτέλεσμα της μόλυνσης που εξαπλώνεται σε άλλο μέρος του σώματος.

Πιθανές επιπλοκές της αμυδαλίτιδας :

1. Περιαμυγδαλικό απόστημα: συμβαίνει όταν η φλεγμονή επεκτείνεται πέρα από το αμυγδαλικό ιστό. Είναι η συλλογή πύου μεταξύ αμυγδαλής και φάρυγγα (άνω φαρυγγικός σφιγκτήρας).

2. Ρευματικός πυρετός: σε αυτή την περίπτωση η φλεγμονή έχει επεκταθεί σε όλο το σώμα και μπορεί να επηρεάσει τις αρθρώσεις και τις βαλβίδες της καρδιάς!

3. Σπειραματονεφρίτιδα: είναι μία φλεγμονή στα “φίλτρα” τον νεφρών. Μπορεί να προκαλλέσει αιματουρία, έμετο κλπ…

4. Μέση ωτίτιδα: φλεγμονή μέσου ωτός (περιοχή πίσω από το τύμπανο)

5. Οστρακιά: παρουσιάζεται με υψηλό πυρετό, ρίγος, τάση προς έμετο. Στο σώμα εμφανίζεται το χαρακτηριστικό εξάνθημα (κοκκινάδα σε μεγάλες πλάκες)

Πότε χειρουργούνται οι συχνές αμυγδαλίτιδες?

Η αμυγδαλεκτομή χρησιμοποιείται ως θεραπεία στις υποτροπιάζουσες αμυγδαλίτιδες, χρόνιες αμυγδαλίτιδες και στη μικροβιακή αμυγδαλίτιδα που δεν ανταποκρίνεται στη συντηρητική θεραπεία. Συχνές ή υποτροπιάζουσες αμυγδαλίτιδες γενικά ορίζονται ως εξής:

1. περισσότερα από 7 επεισόδια σε ένα χρόνο

2. 5 ή περισσότερα επεισόδια ανά έτος σε δύο συνεχόμενα έτη (π.χ. 5 επεισόδια πέρσι και άλλα 5 επεισόδια στο τρέχοντα έτος)

3. 3 ή περισσότερα επεισόδια ανά έτος σε τρία συνεχόμενα έτη

Χρόνια Αμυγδαλίτιδα

Η χρόνια αμυγδαλίτιδα, όπως προαναφέρθηκε, είναι συχνότερη στους εφήβους και τους ενήλικες. Οι ασθενείς που υποφέρουν από χρόνια αμυγδαλίτιδα παρουσιάζουν συνήθως:

Πονόλαιμο

Διογκωμένες αμυγδαλές

Κακοσμία

Διογκωμένους και ευαίσθητους λεμφαδένες

Για τη χρόνια αμυγδαλίτιδα ενοχοποιούνται συνήθως ανθεκτικά βακτήρια που επηρεάζουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι ασθενείς που έχουν εκτεθεί σε ακτινοβολία διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο χρόνιας αμυγδαλίτιδας.

Τελικά, η απόφαση για την αφαίρεση των αμυγδαλών (αμυγδαλεκτομή) εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες, με κυριότερους τα συμπτώματα και τις επιπλοκές της αμυγδαλίτιδας.

Θεραπεία

Η αρχική αντιμετώπιση για τη χρόνια ή υποτροπιάζουσα αμυγδαλίτιδα περιλαμβάνει επαρκή κατανάλωση νερού και περιορισμό του άλγους. Η αντιμετώπιση του πόνου βοηθά τον ασθενή να καταναλώσει περισσότερα υγρά. Οι ασθενείς με συμπτώματα αφυδάτωσης πρέπει να επισκέπτονται άμεσα τον γιατρό τους. Για την αντιμετώπιση του άλγους η θεραπεία με αναλγητικά που δεν χρειάζονται συνταγή γιατρού συνήθως επαρκεί.

Ανεξαρτήτως του αιτίου της χρόνιας ή υποτροπιάζουσας αμυγδαλίτιδας, ο γιατρός μπορεί να σας συστήσει να κάνετε αμυγδαλεκτομή. Η επέμβαση αυτή γίνεται συνήθως όταν ο ασθενής παρουσιάζει 5-7 επεισόδια αμυγδαλίτιδας ετησίως ή όταν έχει χρόνια αμυγδαλίτιδα που δεν υποχωρεί.

Η αμυγδαλεκτομή περιορίζει σημαντικά τα επεισόδια του πονόλαιμου και μειώνει την ανάγκη χορήγησης αντιβιοτικών.

Λαρυγγοφαρυγγική Παλινδρόμηση (LaryngoPharyngeal Reflux -LPR) ονομάζεται η παλινδρόμηση περιεχομένων του στομάχου στην περιοχή του λάρυγγα και του φάρυγγα, δημιουργώντας φλεγμονώδεις αλλοιώσεις του βλεννογόνου λόγω του όξινου pH.

Σχεδόν 40% των ενήλικων Ελλήνων έχουν συμπτώματα παλινδρόμησης, αλλά μόνο 10% το γνωρίζει. Στην Ευρώπη το 30-40% των Γάλλων υποφέρει από τη νόσο ενώ στην Αγγλία το 15-20% του γενικού πληθυσμού παραπονιέται για εβδομαδιαία συμπτώματα.

Τα συμπτώματα της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης περιλαμβάνουν βράγχος φωνής (βράχνιασμα), χρόνιο βήχα, αίσθηση ξένου σώματος στο φάρυγγα (κόμπο στο λαιμό), συχνή τάση για καθαρισμό του λαιμού, κακοσμία στόματος, κατάποση οπισθορινικών εκκρίσεων.

Μεγάλη σημασία έχει ο διαχωρισμός της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης (LPR), από την κλασσική γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση (GERD- Gastroesophageal reflux disease) που γνωρίζουν οι περισσότεροι από εμάς, καθώς είναι δύο ξεχωριστές κλινικές οντότητες. Σε πολλούς ασθενείς με λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση είναι δυνατόν να απουσιάζουν τα κλασσικά «πεπτικά συμπτώματα» της γαστρο-οισοφαγικής παλινδρόμησης, όπως είναι το οπισθοστερνικό καύσος (κάψιμο στο θώρακα) και οι όξινες γαστρικές αναγωγές (ξινίλες και καούρες) μετά τα γεύματα).

Η διάγνωση γίνεται με ενδοσκόπηση λάρυγγα με εύκαμπτο ρινολαρυγγοσκόπιο.

Αικατερίνη Κυπρούλη M.D. - Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος

Η θεπαπεία της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης περιλαμβάνει :

Δίαιτα: Να αποφεύγονται τροφές και ροφήματα που περιέχουν καφείνη (καφές, τσάι, σόδα) το αλκοόλ, η σοκολάτα και η μέντα. Επίσης να αποφεύγονται η μαρμελάδα, τα καυτερά όπως η μουστάρδα, καυτερή πιπεριά, πιπέρι.

Ενδείκνυνται τροφές που έχουν pH>4.6 όπως το κρέας, το γάλα, τα θαλασσινά και τα φρέσκα λαχανικά.

Αλλαγή καθημερινών συνηθειών: Συστήνεται διακοπή του καπνίσματος. Συστήνονται πολλά και μικρά γεύματα στη διάρκεια της ημέρας. Να αποφεύγεται η έντονη σωματική άσκηση για 2 ώρες μετά το γεύμα. Να αποφεύγεται η κατάκλιση πριν περάσουν 3 ώρες μετά το τελευταίο γεύμα. Επίσης φροντίστε να διατηρήσετε ένα υγιές βάρος σώματος. Μην φοράτε σφιχτά ρούχα και διαχειριστείτε ή μειώστε τα επίπεδα του άγχους.

Φαρμακευτική αγωγή:

Αντιόξινα

Η2 ανταγωνιστές

Αναστολείς αντλίας πρωτονίων

Οι συνηθέστερες παθήσεις των φωνητικών χορδών είναι:

• Όζίδια (κάλοι). Οφείλονται σε χρόνια κάκωση των φωνητικών χορδών λόγω κακής χρήσης της φωνής. Αποτέλεσμα της εμφάνισης οζιδίων στις φωνητικές χορδές είναι η εμφάνιση βραχνάδας, η φωνητική κόπωση ή η απώλεια του εύρους της φωνής (δυσκολία στις ψηλές νότες).

Πρόκειται για επιφανειακές βλάβες, οι οποίες προκαλούνται συχνά σε ηθοποιούς/τραγουδιστές/δασκάλους, και συχνότερα στις γυναίκες.

Το πρώτο στάδιο αντιμετώπισης είναι η λογοθεραπεία ώστε ο ασθενής να μάθει να χρησιμοποιεί σωστά τη φωνή του και τα αποτελέσματα είναι στη συντριπτική πλειοψηφία πάρα πολύ καλά. Σπανιότατα χρειάζεται μικροχειρουργική εξαίρεση αυτών των βλαβών (επί αποτυχίας της λογοθεραπείας).

• Πολύποδες φωνητικών χορδών. Εμφανίζονται συνήθως στη μεσότητα των φωνητικών χορδών και προκαλούνται από υπερβολική ή και κακή χρήση της φωνής, σε συνδυασμό με το κάπνισμα. Μπορεί να αντιμετωπιστούν με συντηρητική θεραπεία (διακοπή καπνίσματος και έλεγχος της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης), αλλά συχνά απαιτούν χειρουργική αφαίρεση με μικρολαρυγγοσκόπηση.

• Οι κύστεις (ή ψευδοκύστεις) φωνητικών χορδών. Είναι καλοήθεις μάζες με υγρό, που σχηματίζονται πάνω στις φωνητικές χορδές. Προκαλούνται συνήθως από σοβαρό φωνητικό τραυματισμό, έντονο βήχα ή αιμορραγία των φωνητικών χορδών.

Αυτές οι κύστεις αφαιρούνται πάντα με μικροχειρουργική επέμβαση, ενώ η λογοθεραπεία έχει θέση προ και μετά χειρουργείου.

• Η λευκοπλακία φωνητικών χορδών. Θεωρείται προκαρκινική κατάσταση, από το χρόνιο ερεθισμό των βλεννογόνων, με αποτέλεσμα την αύξηση του επιθηλιακού και του συνδετικού ιστού. Αντιμετωπίζεται πάντα χειρουργικά.

Το κάπνισµα και η κατάχρηση αλκοόλ είναι δύο από τους παράγοντες που µπορεί να οδηγήσουν σε λευκοπλακία φωνητικών χορδών.

• Ο καρκίνος του λάρυγγα. Μπορεί να επηρεάσει κάποιες από τις δομές του λάρυγγα, συμπεριλαμβανομένων των αμυγδαλών, την βάση της γλώσσας, τον λάρυγγα και τον υποφάρυγγα. Οι παράγοντες κινδύνου του καρκίνου του λάρυγγα περιλαμβάνουν το κάπνισμα, την κατάχρηση του αλκοόλ, την παλινδρόμηση (ΓΟΠ ή LPR), την κακή στοματική υγιεινή και πιο συχνά σε νεότερους ασθενείς, την έκθεση στον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV).

Ο καρκίνος του λάρυγγα, αν αναπτυχθεί στο ελεύθερο (δονούμενο) τμήμα της φωνητικής χορδής, προκαλεί πρώιμα βραχνάδα και συχνά αντιμετωπίζεται με μία απλή αφαίρεση, που μπορεί να συνδυαστεί με ακτινοθεραπεία ή/και χημειοθεραπεία, με πολύ υψηλό ποσοστό τελικής ίασης.

Το κάπνισμα ενοχοποιείται ως σαφής αιτιολογικός παράγοντας για όλες τις παθήσεις των φωνητικών χορδών, ιδιαίτερα για τη λευκοπλακία και τον καρκίνο.

Τέλος, οποιαδήποτε αλλαγή στη χροιά της φωνής που επιμένει περισσότερο από 10 μέρες πρέπει να εξετάζεται με ενδοσκόπηση του λάρυγγα.